Η ταϊλανδέζικη κουζίνα, για τους γνώστες του είδους, θεωρείται το σταυροδρόμι της γεύσης. Συνδυάζει τα καλύτερα χαρακτηριστικά της Ινδίας, της Κίνας και της Ωκεανίας, ενώ έχει αρχίσει να τοποθετείται μεταξύ των πιο αγαπημένων κουζινών παγκοσμίως, αλλά και στη χώρα μας.
Διαθέτει μια τεράστια γκάμα από συνταγές και μία εκλεπτυσμένη μείξη από αρώματα, που προκύπτουν από το συνδυασμό δύο βασικών πραγμάτων: της αγάπης των κατοίκων για καλό φαγητό και της μεγάλης ποικιλίας σε πρώτες ύλες.
Τα φρέσκα μυρωδικά και τα καρυκεύματα είναι το «αλατοπίπερο» της ταϊλανδέζικης κουζίνας, ενώ τα καυτερά και πικάντικα πιάτα της, αλλά και η ισορροπία μεταξύ πέντε βασικών γεύσεων, το καυτό (πικάντικο), το ξινό, το γλυκό, το αλμυρό και το πικρό, δημιουργούν μικρές συναρπαστικές εκρήξεις στον ουρανίσκο μας.
Η χώρα διαθέτει άφθονα λαχανικά, φρούτα, μπαχάρια, λαχταριστά ολόφρεσκα θαλασσινά, πεντανόστιμα κρεατικά, που όλα μαζί συμμετέχουν με μοναδική αρμονία στις αμέτρητες συνταγές αυτής της υπέροχης κουζίνας, που την κάνουν ιδιαιτέρως θελκτική.
Το ταϊλανδέζικο φαγητό δεν είναι ποτέ άνοστο και διαθέτει αμέτρητους τρόπους μαγειρέματος, που συνεχώς προκύπτουν νέες γεύσεις.
Επιπλέον, θα πρέπει να αναφερθεί και ο τρόπος που τρώγεται το ταϊλανδέζικο φαγητό. Το έθιμο λοιπόν λέει πως πρέπει να χρησιμοποιήσουμε τα δάχτυλά μας για να πλάσουμε το ειδικά μαγειρεμένο κολλώδες ρύζι σε μπαλίτσες, τις οποίες κατόπιν βουτάμε σε σάλτσες και από εκεί τις βάζουμε κατευθείαν στο στόμα.
Όποιος έχε ταξιδέψει σε αυτά τα μέρη, σίγουρα έχει γευτεί ένα η περισσότερα από τα παρακάτω τοπικά πιάτα:
Gai pud med mamuang himapaan: (τηγανητό κοτόπουλο με κάσιους). Οι ξηροί καρποί κάσιους, το κοτόπουλο και η σάλτσα στρειδιών είναι τα βασικά συστατικά αυτής της σπεσιαλιτέ. Είναι ο τέλειος «συνοδός» για τα περισσότερα Ταϋλανδέζικα πιάτα.
Tom kar gai: (γλυκόξινη και πικάντικη κοτόσουπα). Μανιτάρια, βασιλικός και ρίζα galangal ανακατεμένα με δημοφιλείς σάλτσες και καρυκεύματα για μια πολύ ιδιαίτερη γεύση.
Yum woon sen: (ανάμεικτα νουντλς). Yum σημαίνει ανακατεύω. Το πιάτο αυτό περιέχει νούντλς (σαν φιδέ) ανακατεμένα με πιπεριές, χυμό λεμονιού, σάλτσα ψαριού, πράσο, μαϊντανό, κρεμμύδι και είτε ψιλοκομμένο χοιρινό (προβρασμένο), είτε γαρίδες.
Kow soi gai: (πικάντικο κάρι κοτόπουλου του βορρά). Ενδιαφέρον μείγμα από μεγάλα κομμάτια κοτόπουλου και μαλακά ή τραγανά νουντλς σ’ ένα απαλό στη γεύση κάρι. Είναι πάντα αρκετά καυτερό, ώστε να γαργαλάει το λαιμό και έχει ωραία γεύση, αφήνοντας την ευχάριστη εντύπωση γλυκού και πικάντικου συγχρόνως.
Larp: (πικάντικο αλεσμένο κρέας). Το λαρπ γίνεται από μαγειρεμένο και αλεσμένο κοτόπουλο, χοιρινό, μοσχάρι ή ψάρι και βασίζεται σ’ ένα μείγμα μέντας, βασιλικού και άλλων μυρωδικών και μπαχαρικών.
Som tam: (σαλάτα παπάγιας). Αποκαλείται και παπάγια bok-bok, εξαιτίας του ήχου που κάνει το γουδοχέρι πάνω στο γουδί, καθώς ανακατεύουν τα υλικά. Το βασικό συστατικό είναι η πράσινη παπάγια σε κομματάκια ανακατεμένη με ντομάτες, φασόλια, σκόρδο, αποξηραμένη μικρή γαρίδα, μια στάλα σάλτσα ψαριού, χυμό λεμονιού και μέλι. Όλα αυτά δημιουργούν μια έντονη γεύση, χαρακτηριστική πολλών ταυλανδέζικων φαγητών. Συνήθως ρίχνουν μέσα κι ένα ή δυο ολόκληρα καβούρια ή, αν προτιμάτε κάτι λιγότερο τραγανό, το σερβίρουν και με φιστίκια. Οι Ταυλανδοί το προτιμούν αρκετά πικάντικο, όμως καλό θα ήταν να το παραγγείλετε χωρίς κόκκινες πιπεριές, γιατί αρκεί να πέσει μια καυτερή πιπέρια και να καταστρέψει μια κατά τ’ άλλα ευχάριστη γευστική εμπειρία.
Kow yum: Αυτή η σπεσιαλιτέ οφείλει την ιδιαίτερη γλυκόξινη και αλμυρή γεύση της σ’ ένα ειδικά φτιαγμένο μείγμα από σάλτσα ψαριού, ψητή αλεσμένη καρύδα, γαρίδες και μια ποικιλία φρούτων, λαχανικών και μυρωδικών. Σερβίρεται μ’ ένα μπολ ρύζι, το οποίο ανακατεύετε με το μείγμα.
Οι λιχουδιές αυτής της όμορφης ασιατικής χώρας είναι σίγουρο ότι θα μας φέρουν κοντά σε πολλά πολλά χρώματα, αλλά και γεύσεις που δεν έχουμε εξερευνήσει ακόμη.
Καλή μας απόλαυση!